έλος

έλος
Φυσικογεωγραφικός όρος που χαρακτηρίζει μία επίπεδη και αβαθή έκταση, καλυμμένη από νερό που λιμνάζει. Το έ. είναι πιο ευρύ από το τέλμα, έχει καλύτερη υδρολογική δίαιτα από κάθε άλλη συγκέντρωση νερού, ενώ μέσα σε αυτό δεν μεταφέρονται φυτικά λείψανα όπως στα τυρφώδη τενάγη. Αυτές είναι οι βασικές διαφορές μεταξύ έ., τέλματος και τενάγους, τα οποία πολλές φορές συγχέονται. Έ. σχηματίζονται συνήθως είτε εκεί όπου συγκεντρώνονται τα νερά της βροχής ή άλλων πηγών πάνω σε αδιαπέραστους σχηματισμούς και εμποδίζεται η απορροή τους από τη μορφολογία του εδάφους είτε από τα υπολείμματα λίμνης που σιγά-σιγά εξαφανίζονται. Επίσης, ένα έ. μπορεί να διαμορφωθεί στις παράκτιες και επίπεδες περιοχές όταν το κλίμα είναι βροχερό, από την κατακράτηση ενός μεγάλου ποσοστού νερού από τον φυτικό μανδύα που αναπτύσσεται εκεί. Υφάλμυρα έ. σχηματίζονται είτε σε παράκτιες περιοχές από τα υπολείμματα λιμνοθάλασσας είτε σε ενδοχώριες ξηρές περιοχές όπου καταλήγουν τα διάφορα ρεύματα ενός κλειστού υδρογραφικού δικτύου, του οποίου τα νερά είναι πλούσια σε άλατα (π.χ. βρωμολίμνες) και συμπυκνώνονται περισσότερο με τη δυνατή εξάτμιση. Ένα έ. μπορεί να έχει εποχικό χαρακτήρα, μερικό ή ολικό, και να μεταβάλλεται σε λίμνη στις βροχερές περιόδους (π.χ. Χειμαδίτης) ή να σχηματίζεται μόνο στα βροχερά έτη. Σήμερα τα περισσότερα έ. έχουν εξυγιανθεί από τον άνθρωπο, όχι μόνο επειδή γίνονται φορείς ασθενειών (ελονοσίας κλπ.) αλλά γιατί μετά την αποξήρανση μπορούν να αξιοποιηθούν με διάφορες καλλιέργειες. Στα έ. ζουν ορισμένα είδη ψαριών και κυνηγιού, που έχουν προσαρμοστεί στις ειδικές συνθήκες τους. πανίδα. Τα έ. παρουσιάζουν υδροβιολογικό περιβάλλον που δέχεται σημαντικές, σε σύγκριση με τις λίμνες, εποχικές μεταβολές, ως προς το βάθος, τη θερμοκρασία και τον βαθμό οξυγόνωσης του νερού, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά την πανίδα όπως και τη χλωρίδα. Επειδή το έ. μπορεί κάποτε να ξηραίνεται, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, μεταξύ των υδρόβιων ειδών συναντώνται συχνά χερσαία υδρόφιλα είδη· εξάλλου, ορισμένοι ελόβιοι οργανισμοί, επειδή πεθαίνουν κατά τη διάρκεια της ξηρασίας, αποθέτουν εκεί αβγά, τα οποία είναι ανθεκτικά στην ξηρασία και εξελίσσονται με τη νέα εμφάνιση του νερού. Στα νερά των ε. ζουν πολλοί μικροοργανισμοί, μεταξύ των οποίων πρωτόζωα βλεφαριδοφόρα και μαστιγοφόρα, πολυάριθμα τρηματοφόρα και διάφορα μικρά καρκινοειδή, όπως οι δάφνιες και οι κύκλωπες· μεταξύ των εντόμων χαρακτηριστικά της πανίδας των ε. είναι τα κουνούπια, οι λιβελλούλες, οι υδρομέτρες, οι δυτίσκοι, οι νωτονήκτες και οι ψείρες του νερού. Από τα αραχνοειδή αναφέρεται η αργυρονέτα η υδρόβια, με ιδιόμορφη φωλιά μέσα στο νερό γεμάτη αέρα· μεταξύ των γαστεροπόδων μαλακίων κοινή είναι η λιμναία και μεταξύ των δακτυλιοσκωλήκων η βδέλλα. Στην πανίδα των ε. συμμετέχουν και πολυάριθμα σπονδυλόζωα, ανάμεσα στα οποία διάφορα είδη ψαριών, αμφιβίων, ερπετών καθώς και νηκτικών και καλοβατικών πτηνών. χλωρίδα. Στα έ. αναπτύσσεται πάντα βλάστηση, με περισσότερη ή λιγότερη αφθονία, συνήθως ποώδης. Ο πλούτος των μορφών στα ελόβια φυτά παρουσιάζει παραλλαγές από τις όχθες έως τις ζώνες με τα βαθύτερα νερά και εκείνα που υπόκεινται λιγότερο στις αυξομειώσεις της στάθμης. Κοντά στις όχθες, όπου η βλάστηση είναι υψηλή, όρθια και στελεχώδης, αναπτύσσεται με ομοιογένεια, σε μεγάλη κλίμακα και εκτεταμένα το αγριοκάλαμο (φραγμίτης ο κοινός), με το οποίο εναλλάσσονται συμπαγείς ομάδες από σκίρπους, σπαθόχορτα ή ξιφάρες (είδη κάρεξ) και ψαθιά (είδη τύφας). Συχνά είναι αναμεμειγμένοι οι νερόκρινοι ή σπαθιά (ίρις η ψευδάκορη), οι λυσιμαχίες, το λύθρο, το εκουίζετο, το ελόβιο, η μέντα η υδροχαρής και η κάλθα η ελοχαρής. Προς το εσωτερικό των ε. συναντώνται: η λέμνα, τα είδη ποταμογείτων, τα νούφαρα, οι νυμφαίες, το μηνυανθές, η οτονία, η τράπα, ο ρανούγκουλος ο ένυδρος. Η χλωροφύκη και η ξανθοφύκη ζουν απολύτως βυθισμένες στο νερό. Ειδικές συνθήκες μπορεί να ευνοήσουν την ανάπτυξη διάφορης βλάστησης. Κοντά στα φυτά που αναφέρθηκαν, μπορεί να συναντήσει κανείς τη δροσερά, την πιγκουικούλα, την πρίμουλα την αλευρώδη και τον εριοφόρο. Ορισμένες φορές αρκεί να γίνουν πιο όξινα τα νερά για να εξαφανιστούν ορισμένα είδη και να παραχωρήσουν τη θέση τους σε άλλα (βρυόφυτα και σφαγνίδες). Στις τροπικές περιοχές η βλάστηση είναι πιο πλούσια: στα έ. φυτρώνουν ο πάπυρος (Αφρική), η βικτόρια η βασιλική (Αμερική), το νελούμβιο το κομψό (Ασία) και διάφορα άλλα. Γερανοί του γένους εστεμμένος, πτηνά που βρίσκονται συχνά στα έλη της τροπικής Αφρικής. Ρανούγκουλος ο ένυδρος, φυτό που ευδοκιμεί στα έλη. Έλος με τη χαρακτηριστική βλάστηση.
* * *
το (AM ἕλος, Α και ἕλεος)
1. έκταση που καλύπτεται μόνιμα από λιμνάζοντα νερά
2. βαλτώδης τόπος, βαλτολίβαδο
αρχ.-μσν.
σύμφυτος τόπος, δάσος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αρχαία ένσιγμου θέματος λέξη που προέρχεται από ΙΕ τ. *selos και αντιστοιχεί ακριβώς στο αρχ. ινδ. saras- όπως και το έλειος στο sarasiya-. Η σύνδεση με αρχ. ελλ. ύλη ή λατ. silva δεν έχει ισχυρή βάση].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ἕλος — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕλος — marsh meadow neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έλος — το γεν. ους, πληθ. η, κοίλη έκταση εδάφους η οποία καλύπτεται από αβαθή νερά που λιμνάζουν μόνιμα, βάλτος, τέλμα, τέναγος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ἕλει — Ἕλος neut nom/voc/acc dual (attic epic) Ἕλεϊ , Ἕλος neut dat sg (epic ionic) Ἕλος neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἕλη — Ἕλος neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) Ἕλος neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑλέων — Ἕλος neut gen pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑλῶν — Ἕλος neut gen pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἕλεα — Ἕλος neut nom/voc/acc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕλεα — ἕλος marsh meadow neut nom/voc/acc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἕλεος — Ἕλος neut gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”